Ενστάσεις των δανειστών στην πρόταση της Κυβέρνησης για την α’ κατοικία;
Υπό το μικροσκόπιο των θεσμών βρίσκεται ακόμη η πρόταση αντικατάστασης του νόμου Κατσέλη για το πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας. Παρόλο που οι θεσμοί δεν έχουν φθάσει ακόμα σε τελικά συμπεράσματα, δεν δείχνουν να είναι ιδιαίτερα ικανοποιημένοι με την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης που έχουν στα χέρια τους, καθώς φαίνεται να είναι ιδιαίτερα θετική για τους δανειολήπτες αφήνοντας τις τράπεζες ώς ένα βαθμό απροστάτευτες.
Η αλλαγή του νόμου Κατσέλη με τη σύμφωνη γνώμη των θεσμών είναι ένα από τα 16 προαπαιτούμενα που χρειάζεται να ολοκληρώσει η ελληνική κυβέρνηση κατά τη δεύτερη μεταμνημονιακή αξιολόγηση, έτσι ώστε να εξασφαλίσει την εκταμίευση περίπου 1 δισ. ευρώ.
Συγκεκριμένα, δύο είναι τα σημεία του νέου πλαισίου προστασίας για την πρώτη κατοικία που δεν βρίσκουν τις Βρυξέλλες σύμφωνες. Πρώτον, υπάρχουν ισχυρές αντιρρήσεις στο ότι ο νόμος επεκτείνεται και σε επαγγελματικά δάνεια τα οποία έχουν προσημειώσει την πρώτη κατοικία τους και όχι μόνο σε φυσικά πρόσωπα, όπως ίσχυε μέχρι τώρα με τον νόμο Κατσέλη. Οι θεσμοί τονίζουν ότι τέτοια ρύθμιση θα προκαλέσει ζημίες στις τράπεζες που θα δουν τα κόκκινα δάνειά τους να αυξάνονται.
Δεύτερον, το γεγονός ότι ο νέος νόμος έχει ιδιαίτερα διευρυμένα κριτήρια και κυρίως το κριτήριο για την αξία της πρώτης κατοικίας που θα μπορεί να υπάγεται στην προστασία ύψους μέχρι 250.000 ευρώ, ένα αρκετά υψηλό ποσό, όπως λένε. Συγχρόνως, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προετοιμάζουν νομική αξιολόγηση για τον συγκεκριμένο νόμο, καθώς αποτελεί νομοσχέδιο που αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Παρόλο που το αποτέλεσμα της αξιολόγησης δεν αναμένεται πριν από το τέλος Φεβρουαρίου, οπότε και θα ολοκληρώνεται η έκθεση των θεσμών, η θέση της ΕΚΤ για το νομοσχέδιο πιθανότατα θα γίνει γνωστή νωρίτερα.
Στο Eurogroup του Μαρτίου, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα της Καθημερινής, αναμένεται οι υπουργοί Οικονομικών να εγκρίνουν εκταμίευση ύψους 1 δισ. ευρώ αν έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς η δεύτερη μεταμνημονιακή έκθεση, επιστρέφοντας τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών τους από ελληνικά ομόλογα SNPs και ΑΝFAs, αλλά και εγκρίνοντας μέτρα ελάφρυνσης του χρέους – όπως η κατάργηση του επιτοκιακού κέρδου